Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

8. ΟΙ ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΙΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΟΙ  ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ  ΑΔΕΛΦΟΙ  ΜΑΝΑΚΗ
ΟΙ  ΠΡΩΤΟΙ  ΕΛΛΗΝΕΣ  ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΣΤΕΣ  
ΣΤΗΝ  ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟ  (Ε.Ε.Χ.)
Αδελφοί Μανάκη
ΑΓΑΛΜΑ  ΤΟΥ  ΜΙΛΤΟΥ  ΜΑΝΑΚΗ  ΣΤΟ  ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΟ  ΑΠΟ  ΤΟΥΣ  ΒΟΥΛΓΑΡΟΥΣ  ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ 
ΤΟ  ΣΠΙΤΙ  ΤΟΥ  ΜΙΛΤΟΥ  ΜΑΝΑΚΗ  ΣΤΟ  ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΟ  ΑΠΟ  ΤΟΥΣ  ΒΟΥΛΓΑΡΟΥΣ  ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ 
Επιγραφή  έξω  από  το  σπίτι  του  Μίλτου Μανάκη  στο  σκλαβωμένο  Μοναστήρι,  η  οποία γράφει  στα  Βουλγαρικά  (!) :
«Σε  αυτό  το  σπίτι  έζησε  και  εργάστηκε  ο  Μακεδόνας  καλλιτέχνης,  ο  πρώτος κινηματογραφιστής στα Βαλκάνια ΜΙΛΤΟΣ ΜΑΝΑΚΗΣ  1880-1964 , οι  κάτοικοι  των Μπίτολα  (Μοναστήρι)  21.9.1989.»
Τα αδέλφια  Μανάκη




Ο Ιωάννης (Γιαννάκης) (1878–1954) και ο Μιλτιάδης (Μίλτος) (1882–1964) Μανάκης ή Μανάκιας είναι οι πρωτοπόροι κινηματογραφιστές στην  Ελληνική  Ευρωπαϊκή  Χερσόνησο  (Ε.Ε.Χ.).  
Γεννήθηκαν στο  ορεινό  χωριό  Αβδέλλα Γρεβενών,  μία αετοφωλιά  της  Πίνδου  στις   18 Μαΐου 1878 και 9 Σεπτεμβρίου 1882  αντίστοιχα.

Επειδή το  χαζό  ελληνικό  κράτος  είναι,  ως  συνήθως  απών,  η  επίσημη βουλγαρική  σελίδα του φεστιβάλ κινηματογράφου στο Μοναστήρι Manaki Brothers International Film Festival  διαφημίζει  
τους  αδελφούς   Μανάκη σαν  «Σλαβομακεδόνες». Στo σκλαβωμένο Μοναστήρι  λειτουργεί   
σύλλογος  Βλάχων  με  το  όνομα "Αδερφοί Μανάκη".
Σε αντίθεση με τον Μίλτο ο  οποίος  έζησε στην Αβδέλλα, ο Γιαννάκης φοίτησε στο γυμνάσιο του Μοναστηρίου για να πάρει το δίπλωμα του δασκάλου και του ζωγράφου (στην ιχνογραφία και καλλιγραφία). Το 1898 ο Γιαννάκης άνοιξε φωτογραφικό στούντιο στα Ιωάννινα ενώ παράλληλα εργαζόταν ως καθηγητής καλλιγραφίας και ζωγραφικής σε σχολείο. Αργότερα ο Μίλτος μαζί με την βοήθεια του αδελφού του έγινε φωτογράφος και στη συνέχεια κινηματογραφιστής.   Το 1904 οι αδελφοί Μανάκη μετακομίζουν στο Μοναστήρι το οποίο την εποχή εκείνη ήταν το  κέντρο πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων  της ευρύτερης  περιοχής.  Το 1905 αγόρασαν από το Λονδίνο μία κινηματογραφική μηχανή Urban Bioscope με σειριακό αριθμό 300 και αρχίζουν να κινηματογραφούν διάφορα θέματα καθημερινής ζωής. Έτσι το 1905 οι Μανάκηδες γύρισαν την πρώτη κινηματογραφική ταινία τεκμηρίωσης στην Αβδέλλα με πρωταγωνίστρια την γιαγιά τους κυρά-Λουκία Μανάκη, η οποία έγνεθε μαλλί και ύφαινε στον αργαλειό.. Το 1905 ανοίγουν το διάσημο "Ατελιέ καλλιτεχνικής φωτογραφίας" στο   Μοναστήρι. Το 1906 μετά από πρόσκληση του Ρουμάνου  Βασιλιά Καρόλου I, λαμβάνουν μέρος σε μια διεθνή φωτογραφική έκθεση στα Σινάϊα τηςΡουμανίας όπου κερδίζουν το Χρυσό Μετάλλιο. Το 1911 γίνονται οι φωτογράφοι του Οθωμανού Σουλτάνου και το 1929 τουΣέρβου Βασιλιά Αλέξανδρου Α΄ Καραγιώργεβιτς.
         Επιδόθηκαν σε διάφορες μαγνητοσκοπήσεις υπό μορφή ντοκυμαντέρ, σε όλη τη Μακεδονία. Τα θέματά τους περιελάμβαναν κυρίως καθημερινές ασχολίες, αλλά και αγωνιστές  Έλληνες  
Μακεδονομάχους. Κινηματογράφησαν επίσης γεγονότα όπως η επανάσταση των Νεότουρκων (1908) και η επίσκεψη του Σουλτάνου Μεχμέτ Ε΄ στο Μοναστήρι.
          Από το 1921, διατηρούσαν κινηματογράφο, στην πόλη του Μοναστηρίου, που όμως το  1939  Βούλγαροι,  γεμάτοι  μίσος για  τους  Έλληνες  ιδιοκτήτες  του  κινηματογράφου,  προκάλεσαν  εμπρησμό  και  τον  έκαψαν  ολοσχερώς,  μόνο  και  μόνο επειδή  ανήκε  στους  Έλληνες  Μανάκη.  Οι  εμπρηστές  Βούλγαροι  δεν  πιάστηκαν  ποτέ. Μετά  από  αυτό,  πικραμένος  ο Μιλτιάδης  Μανάκης,  το  1940,  αποφάσισε  να  γυρίσει  στην  ελεύθερη  Ελλάδα  και  εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.
        Λίγο πριν τον θάνατό του, ο Μίλτος  Μανάκης  εκβιάστηκε  από  τους  Βουλγάρους  που  
κυβερνούσαν  τα  Σκόπια,  να παραδώσει  όλες τις φωτογραφίες του στο  Κρατικό Αρχείο των  Σκοπίων.  Έτσι  το  Βουλγαρικό  Αρχείο στο Μοναστήρι  κατέσχεσε  17.854  φωτογραφίες και  2.000 μέτρα  ανεμφάνιστου  κινηματογραφικού  φιλμ, το οποίο σήμερα βρίσκεται  στην Βουλγαρική  Ταινιοθήκη στα Σκόπια.  Ένα μικρό αρχείο, κατάφερε  ο  Μανάκης  κρυφά  
και  το  παρέδωσε  στο ΕλληνικόΥπουργείο Εξωτερικών.
    Οι  Βούλγαροι  κυβερνήτες  των  Σκοπίων  κάθε  χρόνο, τον Σεπτέμβρη, διοργανώνουν,  με  τον  
γνωστό  προκλητικό  τρόπο,  διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου και φωτογραφίας στο Μοναστήρι  
με  τίτλο: Manaki brothers film festival  (!)
Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος το 1995 γύρισε την ταινία: «Το βλέμμα του Οδυσσέα».  Η ταινία ξεκινάει με πλάνο την πρώτη ταινία των αδελφών Μανάκη  όπου η γιαγιά τους έγνεθε μαλλί και ύφαινε στον αργαλειό.  Κατά  τα  άλλα  η  ταινία  είναι  εμβαπτισμένη στο  γνωστό  χάος, την  σαβούρα  και  τον  παραλογισμό  των  ατάλαντων  και  μπερδεμένων  αριστερών  ελλήνων 
κινηματογραφιστών.

Ο κινηματογράφος «Μανάκια».



Επιχείρηση κινηματογράφος «Μανάκια»
Μετά την λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, οι αδελφοί Μανάκη επαναδραστηριοποιήθηκαν στο Μοναστήρι αποφασίζοντας να δημιουργήσουν την δική τους κινηματογραφική αίθουσα.
Στις 7 Ιουλίου 1921 πήραν την άδεια και νοίκιασαν μια γεννήτρια από τον βλάχο Χρήστο Κίργιο ή Κυρατζή, ο οποίος είχε τυπογραφείο, για να μπορέσουν να λειτουργήσουν τον κινηματογράφο τους. Υπέγραψαν τη συμφωνία στις 9 Αυγούστου 1921 και δανείστηκαν μια μηχανή προβολής από τον Κώστα Τσιόμο, βλάχος και αυτός, που ήταν ένας από τους κυριότερους διανομείς ταινιών στη Μακεδονία.
Ένα χρόνο αργότερα, το φθινόπωρο του 1922, απέκτησαν τη δική τους αίθουσα που την έκτισαν σε ένα οικόπεδο που είχαν αγοράσει από τον Θεσσαλονικιό Λουκά Βρέττα. Αγόρασαν δικά τους μηχανήματα, συνεταιρίστηκαν με άλλους συμπατριώτες τους, όμως επειδή οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά, το 1927 αποχώρησαν από την επιχείρηση οι άλλοι και έμεινε μόνο σε αυτούς ο κινηματογράφος «Μανάκια». Με αυτό τον τρόπο θεμελίωσαν την επιχείρησή τους. Δυστυχώς, η αίθουσά τους καταστράφηκε ολοσχερώς από εμπρησμό  από  βούλγαρους, το 1939.
Τα αδέλφια Μανάκη γύρισαν το 1905, στο χωριό τους, την πρώτη κινηματογραφική ταινία στα Βαλκάνια τις περίφημες «Υφάντρες». Πρωταγωνίστρια της πρώτης και σύντομης σε διάρκεια ταινίας τους ήταν η γιαγιά τους κυρά-Λουκία Μανάκη, ετών 117, που έγνεθε μαλλί και ύφαινε στον αργαλειό.
Το δεύτερο σε σειρά ντοκιμαντέρ τους «Το υπαίθριο σχολείο στην Πίνδο» ξεκινάει με ένα είδος λιτανείας όπου σε μια πλαγιά βαδίζουν κληρικοί και λαϊκοί μαζί με παιδιά που μεταφέρουν μια θρησκευτική εικόνα.
 Στα επόμενα πλάνα απαθανατίζεται το υπαίθριο ελληνικό σχολείο της Αβδέλλας εν ώρα μαθήματος.
Το υλικό αυτό αποτελεί μοναδικό τεκμήριο για την Ελληνορθόδοξη εκπαίδευση στην Τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και συμπληρώνει το πλούσιο σχετικό φωτογραφικό υλικό.
Η αγορά της πρώτης κινηματογραφικής μηχανής
Η πρώτη μεγάλη πόλη που επισκέφθηκαν ήταν η Κωνσταντινούπολη, το καλοκαίρι του 1905. Την ίδια χρονιά πήγαν στη Ρουμανία, στο Βουκουρέστι. Εκεί τους δόθηκε η ευκαιρία να παρευρεθούν στο γύρισμα μιας ταινίας και, με αυτό τον τρόπο, να μαγευτούν από τον κινηματογράφο.




Αρκετά χρόνια αργότερα ο Μίλτος θα διηγηθεί: «στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας καταλάβαμε ότι στην Αγγλία και στη Γαλλία πουλάνε μηχανές για γύρισμα “ζωντανών φωτογραφιών”. Αυτή η είδηση για εμάς, εκείνη την εποχή, ήταν απίστευτη και μας προκάλεσε σοκ, παρόλο που δε μας άφηνε περιθώρια για υποψίες, αφού μάλιστα είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια την προβολή μιας ταινίας μικρού μήκους. Οι άνθρωποι σε αυτές τις ταινίες θύμιζαν ένα είδος μαριονετών, επειδή οι κινήσεις τους ήταν διακεκομμένες. Και θύμιζαν, θα έλεγα, εκείνες τις σκηνές, που τα χέρια και τα πόδια (των μαριονετών) τα τραβούσαν με το σκοινί. Αυτό όμως, δε στάθηκε εμπόδιο στον να μας απορροφήσει η ταινία, να μας γεμίσει αισθήματα και να μας καταμαγέψει. Ο Γιαννάκης δεν μπορούσε πλέον να αποβάλλει με τίποτε την επιθυμία που τον είχε καταλάβει. Δεν ήθελε να γυρίσει στο Μοναστήρι  χωρίς αυτή την κινηματογραφική μηχανή. Ακόμα και στον ύπνο του παραμιλούσε για αυτήν. Και μέχρι που να γυρίσω εγώ στο σπίτι, εκείνος ξεκίνησε για το Λονδίνο απ’ όπου έφερε την κινηματογραφική μηχανή Bioscop». Την οποία αγόρασε τελικά στο Λονδίνο.
Οι αδελφοί Μανάκη


Οι αδελφοί Μανάκια ή Μανάκη είναι γνωστοί στην ιστορία του σινεμά ως 
οι «αδελφοί Lumiere» της Ελλάδας.
         Η οικογένεια Μανάκια, βλάχικης καταγωγής  με  Ελληνική  εθνική  συνείδηση, θεωρείται από τις παλιότερες οικογένειες  του βλαχόφωνου κτηνοτροφικού χωριού Αβδέλλα του Νομού Γρεβενών, μία  οικογένεια κτηνοτροφική και εμπορική με ιστορία καταγραμμένη μέχρι και τις αρχές του 19ου αι.  Τα δύο αδέλφια, Γιάννης και Μίλτος Μανάκη, τα μοναδικά αγόρια της οικογένειας (τα υπόλοιπα παιδιά ήταν κορίτσια) αποτελούν ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας του χωριού αυτού, της  Δυτικής Μακεδονίας  και  της   Ελλάδας γενικότερα.
       Το έργο τους υπήρξε πρωτοποριακό και καινοτόμο ως προς τη σύλληψη και εκτέλεσή του για την εποχή τους, ανεκτίμητης αξίας για τον Ελληνισμό και ιδιαίτερα σημαντικό για τις μετέπειτα επιστημονικές ιστορικές έρευνες. Παρόλα αυτά, είναι ακόμα άγνωστοι στο ευρύ ελληνικό  κοινό, με ευθύνη βέβαια του ελληνικού κράτους και της ελληνικής αριστερής ιντελιγκέντσιας.      

     
Υπήρξαν πρόδρομοι της φωτογραφίας και του κινηματογράφου και ταυτόχρονα χρονικογράφοι, με δραστηριότητα περίπου 66 χρόνων. Διατρέχοντας την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας στις αρχές του 20ού αι., κατέγραψαν με τις φωτογραφικές και κινηματογραφικές μηχανές τους την αναμφισβήτητα ενδιαφέρουσα «ιστορία» του τόπου και τις συνθήκες που χάθηκαν, και που μέχρι πρόσφατα ήταν άγνωστες στο σύγχρονο Έλληνα ερευνητή, ιστορικό και εθνολόγο.

Στάθηκαν με το φακό τους αδιάψευστοι μάρτυρες πολύ σημαντικών γεγονότων.  Το  πιο σημαντικό γεγονός που κατέγραψαν είναι η είσοδος των ελληνικών  στρατευμάτων  και η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Η ταινία αυτή είναι εξαφανισμένη και κανείς δεν την ψάχνει.  Άλλα γεγονότα είναι η δολοφονία του μητροπολίτη Γρεβενών  Αιμιλιανού, η επανάσταση των Νεότουρκων, η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι Βαλκανικοί και οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι, η επίσκεψη του Σουλτάνου στη Θεσ/νίκη, η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μοναστηρίου - Θεσσαλονίκης κ.ά.
 Στα πολλά χρόνια δημιουργικής δουλειάς κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, και έχοντας γυρίσει όλες τις χώρες των Βαλκανίων και αρκετές της δυτικής Ευρώπης, όχι ως ταξιδιώτες αλλά ως δημιουργικοί καλλιτέχνες, ο Γιαννάκης και ο Μίλτος Μανάκης αποτύπωσαν με τον φακό και την κάμερά τους πολλά γεγονότα μεγάλης ιστορικής και πολιτικής σημασίας. Εξάλλου στις αρχές του 20ου αιώνα έχουμε τις μεγαλύτερες πολεμικές συγκρούσεις και πολιτικές αναταράξεις στη χερσόνησο του Αίμου, αρχής δεδομένης με τον Μακεδονικό Αγώνα, το Ηπειρωτικό Ζήτημα, τη Βουλγαρική προπαγάνδα και σύγκρουση (Εξαρχεία, Κομιτάτο κ.ά.) τη Ρουμανική προπαγάνδα και έχθρα (Ρουμανική διείσδυση μέσω πρακτόρων, σχολείων, εμπορικών σχολών κ.ά.), την Επανάσταση των Νεότουρκων. Ο κατάλογος των γεγονότων είναι μακρύς και περιλαμβάνει τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους (1912 – 1913), τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη Μικρασιατική Καταστροφή και το Προσφυγικό, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον σχηματισμό της Γιουγκοσλαβίας του εβραίου Τίτο, με το κράτος των Σκοπίων να ονομάζεται τότε Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας. Στα 70 τμήματα φιλμ συνολικού μήκους 1,5 km και στις 12,500 φωτογραφίες των αδελφών Μανάκη έχουν αποτυπωθεί ιστορίες και στιγμές από όλα τα παραπάνω γεγονότα.
Δυστυχώς, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και τα παραλειπόμενά του, υπήρξαν καθοριστικά για τη συνέχιση της επαγγελματικής τους πορείας.

       Ο Γιάννης Μανάκης γεννήθηκε στις 18/5/1878. Τελειώνοντας το   ΔΗΜΟΤΙΚΟ  ΣΧΟΛΕΙΟ, γράφτηκε στο   ΓΥΜΝΑΣΙΟ της Ελληνικής   πόλης  του  Μοναστηρίου το έτος 1890-91, αγαπώντας από τότε αυτή την πόλη που κατοικούνταν κυρίως από βλαχόφωνους Έλληνες. Έλαβε το απολυτήριο του Λυκείου από εκεί με άριστα. Στη συνέχεια εργάσθηκε ως δάσκαλος στο Ιμέρ, στο Τσιέρνες και στα Γιάννενα, όπου παρέδιδε μαθήματα ζωγραφικής και παράλληλα άνοιξε δικό του φωτογραφικό εργαστήριο, προσλαμβάνοντας και βοηθούς, για το οποίο ταλαιπωρήθηκε πολύ από τους Τούρκους.

Διωκόμενος από τους τούρκους στα Γιάννενα, μετέφερε το εργαστήριό του το 1906 στο Μοναστήρι, όπου μαζί με τον αδελφό του, Μίλτο αγόρασαν μάλιστα οικόπεδο για να χτιστεί το ατελιέ τους.
           Το  Μοναστήρι  το  1906  ήταν ένα ΜΕΓΑΛΟ  ΕΛΛΗΝΙΚΟ  ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ  ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟ  
ΚΕΝΤΡΟ  ΤΗΣ  ΕΠΟΧΗΣ, ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ  ΚΑΙ  ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ  με Έλληνες  κατοίκους  
(βλαχόφωνους και μη), λίγους  μουσουλμάνους, λίγους βουλγάρους  και  ελάχιστους  εβραίους. 
 Ήταν έδρα Τούρκου Πασά  και πρωτεύουσα βιλαετίου  (τουρκικού νομού).
       Ήταν  η  έδρα  του Έλληνα Μητροπολίτη Πελαγονίας.
       Η περιοχή (βιλαέτι) Μοναστηρίου  είχε  συνολικά 286  (διακόσια  ογδόντα  έξι) ΕΛΛΗΝΙΚΑ  
ΣΧΟΛΕΙΑ.  Αυτά  ήταν:  ένα  ΕΛΛΗΝΙΚΟ  ΓΥΜΝΑΣΙΟ  (ένα από τα έξι  που λειτουργούσαν  στην   
τότε Ευρωπαϊκή Τουρκία),  20  γενικά  ελληνικά σχολεία,  22 ελληνικά  σχολεία  θηλέων, 58  ελληνικά  δημοτικά  σχολεία, 158  ελληνικά αλληλοδιδακτικά  και  27 ελληνικά  
νηπιαγωγεία).   Τα βουλγαρικά σχολεία  ήταν 5 και  τα  ρουμανικά  μόνο  3.  Οι  Έλληνες  
δάσκαλοι  ήταν  400  και  τα  ελληνόπουλα που  παρακολουθούσαν  τα  σχολεία  πάνω  από  
20.000.
      Εκεί παραδίδει καλλιγραφία και ζωγραφική στο Γυμνάσιο, παράλληλα με τις φωτογραφικές του δραστηριότητες. Το διάστημα 1916-1919 ο Γιαννάκης Μανάκης ήταν εξόριστος στη Φιλιππούπολη, γιατί μέσα στο φωτογραφείο τους είχαν βρεθεί όπλα και πυρομαχικά και γι’ αυτό είχε κατηγορηθεί ως ΕΛΛΗΝΑΣ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ από τους Βούλγαρους.
      Η αλήθεια είναι ότι οι αδελφοί Μανάκη ήταν φλογεροί Έλληνες πατριώτες και είχαν οργανωθεί στον αγώνα για την ελληνική λευτεριά.
     Στην,  υπό  βουλγαρική κατοχή,  αρχαία  ελληνική  πόλη Φιλιππούπολη λειτούργησε εκείνο το χρονικό διάστημα φωτογραφείο των Μανάκηδων. 
Ο Γιαννάκης παντρεύτηκε το 1922 και το 1924 απέκτησε ένα γιο. Δυστυχώς το 1926 πέθανε σε ηλικία μόλις 29 ετών η γυναίκα του, Αναστασία. Μετά την καταστροφή δικής του κινηματογραφικής αίθουσας στο Μοναστήρι από πυρκαγιά το 1939, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε στη Ρουμάνικη Εμπορική Σχολή και εργαζόταν ως φωτογράφος στην παραλία.

Μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε γλυκιά φυσιογνωμία, έξυπνος αλλά μοναχικός, με καλλιτεχνικές αγωνίες και θρήσκος. Ο Γιάννης Μανάκιας πέθανε σε ηλικία 76 ετών στη Θεσ/νίκη στις 19/5/1954, συντετριμμένος μετά και από το θάνατο του γιου του Δημήτριου σε ηλικία 22 ετών. Στο τέλος της ζωής του ήταν έρημος και πάμπτωχος.

Ο Μίλτος Μανάκης γεννήθηκε στην Αβδέλλα το 1881 ή στις 9/9/1882 και επειδή δεν κατάφερε να τελειώσει το γυμνάσιο στα Γιάννενα εργάσθηκε από το 1898 στο φωτογραφικό εργαστήριο του αδελφού του, Γιάννη, εκεί.

Από το 1933 ως την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, διαχειριζόταν το εργαστήριο αυτό μόνος του. Πολύ σύντομα αναδείχτηκε σε σπουδαίο δεξιοτέχνη της φωτογραφικής τέχνης, αφήνοντας «ιστορία» στο χώρο της φωτογραφίας και του κινηματογράφου. Στο εργαστήριο πειραματιζόταν πολλές ώρες στη φωτογράφηση και εμφάνιση των φιλμ. Ήταν τίμιος, πολύ εργατικός, έμπιστος και ανοιχτόκαρδος, σε αντίθεση με τον αδελφό του Γιαννάκη, έπασχε όμως από χρόνιο διαβήτη που τον τυραννούσε. Η γνώση 8 γλωσσών είναι μία ακόμη απόδειξη της μεγάλης προσωπικότητάς του. Δραστήριος κοινωνικά, υπήρξε μέλος του Ερυθρού Σταυρού, της Κυνηγετικής Ομάδας και της Αερολέσχης.  Παντρεύτηκε μεγάλος το 1936 και δεν απέκτησε παιδιά, υιοθέτησε όμως έναν ανεψιό του από τη Λάρισα, τον Λεωνίδα Δαούκα, ο οποίος μεγάλωσε και ζει στη Γιουγκοσλαβία.

Ο Μίλτος Μανάκιας ευτύχησε (;) να δει και το πρόσωπό του σε γραμματόσημο που εκδόθηκε προς τιμήν του από τους Γιουγκοσλάβους. Για τους Γιουγκοσλάβους  υπήρξε «εθνικός κινηματογραφιστής» και παρασημοφορήθηκε από τον εβραίο «στρατάρχη» Τίτο (Τίτο = εβραίος με πραγματικό όνομα Ιωσήφ Βάις Μπροζ, τα «ελληνικά» και διεθνή  ΜΜΕ παραπληροφορούν ως συνήθως τον κόσμο, αναφέροντάς τον σαν «καθολικό Τίτο»). Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταξινομώντας τις χιλιάδες φωτογραφιών και τις δεκάδες ταινιών που δημιούργησαν τα δύο αδέλφια.
 Ο Μίλτος Μανάκης ως το τέλος της ζωής του λαχταρούσε να επιστρέψει στην πατρίδα του στην Ελλάδα, δεν τα κατάφερε όμως.
Συνέχισε να δουλεύει στο φωτογραφείο μέχρι τα 78 του. Πέθανε στα Μοναστήρι στις 5/3/1964 σε ηλικία 82 ετών, όπου και θάφτηκε με τιμές που του απέδωσε το κομμουνιστικό καθεστώς του Εβραίου  Τίτο  (Ιωσήφ Βάις  Μπροζ), τον οποίο είχε φωτογραφήσει ο ίδιος.
Τα δύο αδέλφια πέθαναν χωρίς να συναντηθούν καθόλου μετά τον πόλεμο!
Η πόλη των Γρεβενών, τιμώντας τους δύο αυτούς πρωτοπόρους των Βαλκανίων, έδωσε το όνομά τους στο Δημοτικό Κινηματογράφο (Σινέ Μανάκια). Στην πατρίδα τους, την Αβδέλλα Γρεβενών, διοργανώνονται κάθε χρόνο εκδηλώσεις προς τιμήν τους: ξεκινούν στις 13 Αυγούστου με χορό στην πλατεία και συνεχίζονται με ομιλίες και έκθεση φωτογραφίας.



Οι Φωτογραφίες των αδελφών Μανάκη
Στην Έκθεση του Βουκουρεστίου το 1906 οι αδελφοί Μανάκια κέρδισαν το χρυσό μετάλλιο για την καθαρότητα των φιλμς, τα οποία συχνά εμφάνιζαν στο Παρίσι, τη λήψη και τον πλούτο των θεμάτων τους. Στις χιλιάδες των φωτογραφιών τους όλα τα χρόνια της δραστηριότητάς τους (πάνω από 12.000 φωτογραφίες) αποτύπωσαν την καθημερινή ζωή, σημαντικά γεγονότα, επίσημες εκδηλώσεις και τόσα άλλα θέματα σε 125 συνολικά κατοικημένους τόπους-μέρη.
Στο έργο τους διακρίνεται καθαρά μία επιθυμία διάσωσης της παράδοσης, των ηθών και των εθίμων της Ελλάδας, μιας πλευράς της τότε κοινωνίας που δεν ήταν καθόλου εμπορικά εκμεταλλεύσιμη ως θέμα φωτογραφίας.
Στο βιβλίο του δημοσιογράφου Χρίστου Χριστοδούλου για τους Μανάκια υπάρχει μια σπάνια φωτογραφία που δείχνει την υποδοχή του ελληνικού στρατού στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, την ημέρα της απελευθέρωσης, 27 Οκτωβρίου 1912! 


Στις φωτογραφίες τους πρέπει να εκτιμηθεί εξίσου η ιστορική με την καλλιτεχνική τους αξία. Χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές επιτηδεύσεις, θεωρούσαν πως το θέμα είναι πάντα αυτό με τη μεγαλύτερη βαρύτητα. Σε γενικές γραμμές, το περιεχόμενο των φωτογραφιών τους αποτελείται οικογενειακά πορτρέτα δικά τους ή άλλων οικογενειών, θρησκευτικά μυστήρια ή εορτές (γάμοι κυρίως βλάχικοι, βαπτίσεις, κηδείες-ταφές, λειτουργίες), απεικονίσεις διαφόρων επαγγελμάτων και των σχετικών μ’ αυτά ενδυμασιών και οικονομικών συνθηκών, πορτρέτα επωνύμων (πολιτικών, στρατιωτικών, βασιλιάδων, πρωθυπουργών, υπουργών, μπέηδων, καλλιτεχνών κ.ά.), καθώς και φωτογραφίες υπαίθρου, εκδηλώσεων (π.χ. πανηγυριών) και κατοικημένων περιοχών.

Σύμφωνα με μία πρώτη καταγραφή των μηχανημάτων τους κατά την Κατοχή (17/8/1941), οι Μανάκη κατείχαν μία κινηματογραφική μηχανή «Bioscope 300» και 4 φωτογραφικές μηχανές «Ζέιζ» και «Κόντακ». Το εργαστήριό τους είχε απευθείας εμπορικές σχέσεις και συναλλαγές με προμηθευτές στο εξωτερικό (Δρέσδη, Βελιγράδι, Ζάγκρεμπ) για παραγγελίες αναγκαίου υλικού για τη δουλειά τους. Είχαν καταφέρει δε, να αποκτήσουν πελατεία σ’ όλη την Ήπειρο και τα Προξενεία της, στην Θεσσαλία και την Μακεδονία.

Ως φωτογράφοι οι αδελφοί Μανάκη συνεργάστηκαν επίσης με πολλά ινστιτούτα και με ιδρύματα με αρχεία. Ως φωτορεπόρτερ της εποχής, συνεργάστηκαν με τις εφημερίδες και περιοδικά της Γιουγκοσλαβίας.


 Ο Κινηματογράφος των αδελφών Μανάκη

Η κινηματογραφική δραστηριότητά των Γιάννη και Μίλτου Μανάκια αποτυπώθηκε σε 67 ταινίες μικρής διάρκειας και συνολικού μήκους 1.500 μ., μεγάλου εθνολογικού και εθνογραφικού ενδιαφέροντος. Η επαφή τους με τον κινηματογράφο έγινε για πρώτη φορά το 1905 στο Βουκουρέστι. Ο Γιάννης επηρεάστηκε τότε τόσο πολύ, που αγόρασε στο Λονδίνο τη μηχανή λήψεως Bioscope 300 από τον ανταγωνιστή του Έντισον, Τσαρλς Ούρμπαν. Εφευρέτες της κινηματογραφικής τέχνης ήταν δύο άλλα αδέλφια, οι Γάλλοι Λιμιέρ (Lumiere, Λουί 1864-1948 και Ογκίστ 1862-1954).

Όταν ο Γιάννης μαζί με τον Μίλτο επέστρεψαν στην Αβδέλλα, γύρισαν εκεί το Μάη του 1905 την πρώτη τους ταινία, με τίτλο «Υφάντρες» και με πρωταγωνίστρια την ηλικίας ...116 ετών γιαγιά τους, κυρά  Λουκία Μανάκη, στην αυλή του εξοχικού σπιτιού τους.

Oι  "υφάντρες" στην  Αβδέλλα  Γρεβενών
 Γεννιέται τότε, το  1905,  ο Ελληνικός κινηματογράφος.
Στις «Υφάντρες» κατέγραψαν τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδοσιακές εργασίες των Ελλήνων κατοίκων του χωριού. Είναι επίσης το ΠΡΩΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ, αφού καταγράφει πραγματικά γεγονότα και αληθινούς χαρακτήρες: Γυναίκες στην Αβδέλλα Γρεβενών  που γνέθουν μαλλί και υφαίνουν στον αργαλειό.
        Ο ποιμενικός τρόπος ζωής των Βλάχων των χωριών της οροσειράς της Πίνδου, μπορεί να φαίνεται στους σημερινούς ευτυχείς έλληνες των διαμερισμάτων ως ειδυλλιακός, όμως η πραγματική νομαδική ζωή αυτών των ανθρώπων, επί αιώνες, ήταν πολύ επίπονη. Παρ’ όλες τις μετακινήσεις για τη βόσκηση των κοπαδιών τους, οι Βλάχοι της Μακεδονίας και της Ηπείρου κατόρθωσαν να δημιουργήσουν έναν συμπαγή πολιτισμό (πεντατονικά πολυφωνικά τραγούδια, ζωγραφική, ξυλογλυπτική, υφαντουργία, χρυσοχοϊα και αργυροχοϊα). Λόγω των καραβανιών που διέσχιζαν τα βουνά, οι Βλάχοι έγιναν ονομαστοί μεταφορείς, αγωγιάτες ή αλλιώς κυρατζήδες. 
       Τα χωριά Σαμαρίνα, Σμίξη, Αβδέλα, Βλάστη, Μέτσοβο και Ασπροπόταμος εξειδικεύονταν στην παραγωγή μαλλιού, γαλακτοκομικών προϊόντων και στην εκτροφή αλόγων και μουλαριών για τα καραβάνια. Οι Καλαρύτες, το Νυμφαίο και τα Ιωάννινα ήταν οι σπεσιαλίστες του χρυσού και του αργύρου. Η Σιάτιστα και η Οχρίδα ειδικεύονταν στις βαφές των υφασμάτων και στην υπόδηση(!), το Μοναστήρι στο εμπόριο και την ραπτική, η Κοζάνη στην κατασκευή σαμαριών και …καμπαναριών(!), η Κλεισούρα Καστοριάς  στο εμπόριο μεταξιού, λινού και βάμβακος, ενώ η γνωστή σε όλους μας  Καστοριά στην γουνοποιΐα. 
 Κατόπιν ακολούθησε μία ταινία τους με σκηνές από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1906 στην Αθήνα.
Το 1907  γύρισαν σε ταινία μία διδασκαλία μαθημάτων στην αυλή του σχολείου της γενέτειράς τους, Αβδέλλας.
Το  1911  κατέγραψαν την  κηδεία του μητροπολίτη Αιμιλιανού  στα Γρεβενά.
        ΤΑΙΝΙΑ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΕΙΣΟΔΟ  ΤΟΥ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ  ΣΤΡΑΤΟΥ  ΚΑΙ  ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ  ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.
        Το 1912 απαθανατίσανε σε ταινία, γεμάτοι  εθνικό  ελληνικό  παλμό,  την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, την είσοδο των Ελληνικών  στρατευμάτων και του βασιλιά Κωνσταντίνου στην νύμφη του Θερμαϊκού. Ενώ η ύπαρξη της ταινίας αυτής μαρτυρείται από πολλές πηγές, κανείς τελευταία δεν την έχει δει. Πιθανώς  οι βούλγαροι σκοπιανοί  NA  THN  EΚΡΥΨΑΝ  Ή  ΝΑ  ΤΗΝ  ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΑΝ.
Οι  ευφυείς  έλληνες  κινηματογραφιστές ποτέ δεν ρώτησαν  τους βούλγαρους πού βρίσκεται αυτή η ταινία.  Ποτέ δεν έψαξαν. Ποτέ δεν  πίεσαν τους βούλγαρους να παραδώσουν την ταινία αυτή στην  Ελλάδα, ένα ιερότατο και  ανεκτίμητο  ελληνικό εθνικό  κειμήλιο.
Το επίσημο ελληνικό κράτος ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για το ανεκτίμητο έργο των αδελφών Μανάκη. Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου τους είναι στα Σκόπια, στο Μοναστήρι όπου και έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, στα Γιάννενα, στο Βουκουρέστι, στην Κωνσταντινούπολη και αλλού. 
Το 1918  κατέγραψαν το  καλωσόρισμα  του  Έλληνα  Βασιλιά  στο  κατεχόμενο από τους Σέρβους Μοναστήρι.
Κατά μία άποψη έργο δικό τους είναι κι ένα άλλο σπάνιο ντοκουμέντο, διάρκειας περίπου 11 λεπτών, με την πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917. Το ντοκουμέντο αυτό αποτελεί και ένα από τα σπουδαιότερα αποκτήματα της Ταινιοθήκης της Ελλάδος.


Ο Μίλτος Μανάκιας στο φωτογραφείο του στο Μοναστήρι, λίγο πριν πεθάνει. (φωτογραφία  από το βιβλίο του Χρίστου Χριστοδούλου, «Τα φωτογενή Βαλκάνια των αδελφών Μανάκη», εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1989).

Έκτοτε με την κινηματογραφική τους μηχανή αποτύπωσαν σε φιλμ δρώμενα της καθημερινής ζωής, εκδηλώσεις κοινωνικές και θρησκευτικές, ήθη και έθιμα, μετακινήσεις κτηνοτρόφων, «επίκαιρα» και σημαντικά γεγονότα όπως η επανάσταση των Νεότουρκων, επίσημες εκδηλώσεις και επισκέψεις κ.ά. Οι σύντομες ταινίες τους διακρίνονταν για τη διαύγεια της εικόνας και για τον τρόπο παρουσίασης των θεμάτων τους. Αναφέρεται επίσης μία συνεργασία τους ως κινηματογραφιστές με την «Βάρνταρ Φιλμ». Σταμάτησαν να γυρίζουν ταινίες το 1927, όταν πλέον οι κινηματογραφιστές είχαν πληθύνει, συνέχισαν όμως να προβάλλουν ταινίες, περιοδεύοντας σε χωριά. Οι Γιάννης και Μίλτος Μανάκη υπήρξαν επίσης οι πρώτοι ιδρυτές κινηματογραφικής αίθουσας στο Μοναστήρι, με το όνομά τους «Σινέ Μανάκια», σε οικόπεδο που αγόρασαν οι ίδιοι αρχικά για θερινό χώρο (εγκαινιάστηκε το 1921) και αργότερα για κλειστή αίθουσα.
Δυστυχώς, η κινηματογραφική αυτή αίθουσα υπέστη εμπρησμό  από Βούλγαρους το 1939 κατά τη διάρκεια μιας προβολής, «γονατίζοντας» έκτοτε οικονομικά τα δύο αδέλφια.


Το Αρχείο των Μανάκια

Το αρχείο των Αδελφών Μανάκια αποτελείται από περισσότερες από 12.000 φωτογραφίες τραβηγμένες σε 125 διαφορετικά μέρη, καθώς και από 67 κινηματογραφικές ταινίες μικρού μήκους (μεταξύ των οποίων και 3 ακόμη ανεμφάνιστες). Το αρχείο αυτό πουλήθηκε σε 2 τμήματα το διάστημα 1955-1964, στο «Αρχείο της Μακεδονίας», ένα ίδρυμα της Δημοκρατίας των Βουλγάρων των Σκοπίων και βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο της Μπίτολα (Μοναστηρίου). Περιλαμβάνει επίσης καρτ - ποστάλ, την οικογενειακή αλληλογραφία τους, καθώς και πλήθος γραπτών ντοκουμέντων. Κάποια αντίγραφα βρίσκονται επίσης στην ταινιοθήκη του Βελιγραδίου (ανεμφάνιστα!), στο Βουκουρέστι και τη Σόφια.

ΟΙ  ΜΑΝΑΚΗΔΕΣ ΚΑΙ Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ  ΑΓΩΝΑΣ

     Στα τέλη του 19ου αιώνα στο γραφικό ορεινό (υψόμ. 1,350μ.), αλπινικής ομορφιάς χωριό Αβδέλλα της βλαχόφωνης Πίνδου, γεννήθηκαν οι αδελφοί Μανάκια ή Μανάκη. Πρόκειται για τον Γιαννάκη και τον Μίλτο Μανάκη, γόνους πολυμελούς και πλούσιας φαμίλιας. Ο πατέρας τους Δημήτρης ήταν πολύ δραστήριος. Από απλός κτηνοτρόφος, όπως ήταν όλοι σχεδόν οι κάτοικοι - νομάδες των ορεινών χωριών της Πίνδου, έγινε επιτυχημένος γαιοκτήμονας και δανειστής χρημάτων. Τα παιδιά του μορφώθηκαν αρκετά καλά για εκείνη την εποχή. Όμως λόγω της βλάχικης γλώσσας, δηλαδή της λατινικής διαλέκτου που μοιάζει με τη ρουμανική ή την ιταλική γλώσσα, πολύ νωρίς, από τον 19ο αιώνα ήδη, άρχισε η ρουμανική προπαγάνδα να κάνει αισθητή την παρουσία της. 
       Η ρουμανική επιρροή και διείσδυση γινόταν με πληρωμένους  πράκτορες, όπως ο ιερομόναχος Αβέρκιος και ο δάσκαλος Απόστολος Μαργαρίτης από την Αβδέλα, ελληνόβλαχοι αλλά και κατάσκοποι των Ρουμάνων.
 Από την προπαγάνδα  αυτή δεν ξέφυγε η οικογένεια Μανάκη, καθώς ο πατέρας  των Μανάκη τους ανάγκασε να φοιτήσουν σε ρουμανικό γυμνάσιο στο Μοναστήρι, εκεί όπου ανθούσε κυρίως η ελληνική παιδεία και το 1900 (ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ) υπήρχαν 11 ελληνικά σχολεία με 55 δασκάλους και 2.800 μαθητές (!), ενώ τα βουλγαρικά ήταν 5 και τα ρουμανικά μόνο 3. 
        Ο Γιάννης Μανάκης αποφοίτησε από τη ρουμανική εμπορική σχολή Μοναστηρίου και έγινε καθηγητής σχεδίου και καλλιγραφίας σε ρουμανικό σχολείο στα Ιωάννινα. Μάλιστα ήταν τέτοια η επιτυχία των μαθητών και σπουδαστών του που κλήθηκε να διδάξει στην Ζωσιμαία Ακαδημία. Επειδή δούλευε σε ρουμανικό σχολείο και είχε συνεργασία με τον Ρουμάνο πρόξενο, (το 1904 οι Ρουμάνοι άνοιξαν Ρουμανικό Προξενείο στα Ιωάννινα και προσφέροντας  πολλά χρήματα έκαναν δραστήρια προπαγάνδα), ο Γιαννάκης Μανάκης στιγματίστηκε ως ρουμανόφιλος, ενώ μυστικά ο ίδιος συνεργαζόταν με τον μακεδονομάχο Αβδελιώτη Ζήση Βέρρο. Έτσι η οικογένεια Μανάκη μπήκε στο στόχαστρο, με θλιβερή κατάληξη το κάψιμο του σπιτιού τους στην Αβδέλα από ζηλόφθονους  βλάχους της Αβδέλλας.
 Μετά το 1908 όμως, οπότε και ξανάχτισαν το σπίτι τους, δεν τους ενόχλησε κανείς, γιατί  όλοι  οι  βλάχοι  κατάλαβαν  τη  φύση  της ρουμανικής  προπαγάνδας και  όλοι  τους αφοσιώθηκαν στην ελληνική εθνική υπόθεση. Αυτό είχε σαν συνέπεια να γίνουν  στόχος των  Βουλγάρων. Τον καιρό το Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Βούλγαροι που είχαν καταλάβει το Μοναστήρι, εξόρισαν τον Γιάννη Μανάκη στην Φιλιππούπολη για τρία χρόνια με την κατηγορία του έλληνα  κατασκόπου. 
Ο Μίλτος και ο Γιαννάκης Μανάκης, εκτός από ελληνοβλαχική καταγωγή είχαν και ελληνική υπηκοότητα. Μάλιστα ο Μίλτος είχε στρατολογηθεί αντάρτης για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους. Ο ερευνητής και δημοσιογράφος Χρίστος Χριστοδούλου μας πληροφορεί ότι πρόγονός τους ήταν ο Μετσοβίτης Φιλικός, υπερασπιστής του Μεσολογγίου και μαχητής του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Αναστάσιος Μιχάλογλου-Μανάκις! Τα δύο αδέλφια είχαν φιλικούς δεσμούς με τον Αβδελιώτη Μακεδονομάχο Ζήση Βέρρο και προσπάθησαν να εμποδίσουν την στυγνή δολοφονία, που συντάραξε το πανελλήνιο, αλλά και τον ευρωπαϊκό κόσμο, του Μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού (Λαζαρίδη).
 Ο Μακεδονομάχος Ζήσης Βέρρος – Ο Τελευταίος εν ζωή Συμπολεμιστής του Παύλου Μελά

ΖΗΣΗΣ  ΒΕΡΡΟΣ  ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΣ
1880 – 1985
ΑΒΔΕΛΛΑ  ΓΡΕΒΕΝΩΝ

Η  ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ  ΖΗΣΗ  ΒΕΡΡΟΥ


Μακεδονομάχοι από τα Γρεβενά
Μέσα στην καρδιά της Πίνδου, ανάμεσα στις αμέτρητες φυσικές γραφικότητες και στην άγρια βλάστηση, εκεί όπου τα χιόνια σκεπάζουν ακόμη τις βουνοκορφές είναι χτισμένο το χωριό Αβδέλλα των Γρεβενών.
Αυτή η Κωμόπολη, η «αετοφωλιά» της ένδοξης Πίνδος είναι η γενέτειρα του Μακεδονομάχου και Εθνικού αγωνιστή Ζήση Βέρρου.
Ο Βλάχος Ζήσης Βέρρος, ήταν ο τελευταίος εν ζωή συμπολεμιστής του Παύλου Μελά, ο οποίος αισθάνθηκε βαθιά τις πίκρες πού τον «πότισε» το επίσημο Κράτος! Το είχε παράπονο πού η Πολιτεία τον εγκατέλειψε στο περιθώριο και το έλεγε με θάρρος:
«… Εμένα, τον Ζήση Βέρρο, δεν με πρέπουν αγάλματα, δεν μ’ αρέσουν αι παίνιες (σ.σ. έπαινοι) αλλά είναι άτιμο μερικοί να προσπαθούν, με κάθε δόλιο τρόπο να εξαφανίσουν απ’ την Ιστορία τους αγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα…»
Αλλά ποιος είναι ο ΖΗΣΗΣ ΒΕΡΡΟΣ; Γεννήθηκε το έτος 1880, στις 16 Αυγούστου, στην Αβδέλλα Γρεβενών και πέθανε σε ηλικία 105 ετών, το 1985. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια φοίτησε μέχρι την 5η τάξη σ’ ένα από τα καλύτερα Γυμνάσια της τότε τουρκοκρατούμενης Β. Ελλάδος. Στο Γυμνάσιο Τσοτυλίου Κοζάνης. Στα δεκαεννιά του χρόνια (1899) υπηρέτησε ως δάσκαλος στο χωριό του μέχρι το 1900. Στη συνέχεια αναμίχθηκε σε διάφορες αντάρτικες Μακεδονικές ομάδες ενώ το 1905 —φανερά πλέον— βγήκε αντάρτης δίπλα στον Παύλο Μελά, στον Λουκά Κόκκινο, στον Καπετάν Μπρούφα, στον Βάρδα (Τούντα), Ζιάκα (Φλωρέα) και άλλων οπλαρχηγών. Αργότερα ανέλαβε αρχηγός ομάδας, αποτελούμενης από 35 αντάρτες. Έλαβε μέρος σε περισσότερες από εξήντα μάχες από τις όποιες —όπως μας είπε ο ίδιος— οι περισσότερες ήταν πολύνεκρες αλλά νικηφόρες.
Σε συνέντευξη που έδωσε  όταν γιόρταζε την συμπλήρωση των  100 ετών  ο γέρο-βλάχος πολεμιστής  στην  Αβδέλλα  Γρεβενών,  στο μπαλκόνι του, αγναντεύοντας γύρω του τις βουνοκορφές της Πίνδου, αγέρωχος, ήρεμος και γενναιόκαρδος εξιστορούσε μάχες και γεγονότα τα όποια άσβεστα αλλά και βαθιά χαραγμένα βρισκόντουσαν στη μνήμη του.
«… Άσβεστα θα ‘ναι στη μνήμη μου τα άγρια εκείνα χρόνια των εθνικών αγώνων, όπου καμιά εξουσία δεν προστάτευε τη βασανισμένη ζωή του Λαού μας. Η κραταιά οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ένα σκιάχτρο! Οι πειναλέοι, θυμάμαι, και ξυπόλητοι στρατοί της και οι αρπαχτικοί γκέκηδες πλιατσικολογούσαν όλες τις πόλεις, τα Γρεβενά, τα χωριά μας, τα σπίτια μας και έσπερναν τον τρόμο. Βγήκαμε αντάρτες, πολεμήσαμε και ποτίσαμε το χώμα με το αίμα μας…».
Αλλά ο υπεραιωνόβιος Μακεδονομάχος φάνηκε ασυγκράτητος μπροστά στη θύμηση των γεγονότων πού πλημύριζαν τη μνήμη του και υποχρέωναν τα μάτια τον να δακρύσουν από συγκίνηση!
«… Από ποια μάχη ν’ αρχίσω και σε ποια να σταματήσω; Στη μάχη του ΟΡΛΙΑΚΑ το 1905 ήμουνα επικεφαλής ομάδας με 55 αντάρτες. Στη νικηφόρα αυτή μάχη σκοτώσαμε 27 Τούρκους και πήραμε αρκετό οπλισμό. Χάσαμε όμως το πρωτοπαλίκαρο της ομάδας μας…»·
Ο Ζήσης Βέρρος αυτή τη μάχη τη θυμόταν τόσο καλά, την αισθανόταν τόσο βαθιά, πού απ’ τη βιασύνη του μήπως και ξεχάσει κάτι, ανάγκαζε τη φωνή του να τρέμει,..
«… Μας έστειλαν συγχαρητήρια απ’ την Κάτω Ελλάδα, μας είπανε πώς πολεμούμε ηρωικά και ότι μας έρχεται βοήθεια από Κρητικούς άνδρες· Μας ήλθαν αρκετοί Κρητικοί – πλάι…».
Μετά απ’ αυτή τη μάχη ο Ζήσης Βέρρος συνδέθηκε με άλλους Μακεδονομάχους και Παλαιοελλαδίτες (όπως ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά) συνδετικούς κρίκους, για τη μεταφορά όπλων και πυρομαχικών απ’ τη Θεσσαλία.
«… Μοίρασα εκατοντάδες όπλα σε αντάρτες, έδωσα μπαρούτι και χειροβομβίδες. «Έσκαψα στη γη, παράχωσα όπλα και τα ξέθαψα για να τα μοιράσω τη νύχτα σε νέους αντάρτες.»
Στη συνέχεια, ο Ζήσης Βέρρος εξιστόρησε ως έξης τη μάχη της Δαμασκηνιάς Βοΐου :
..Έλαβα διαταγή απ’ τον οπλαρχηγό Βάρδα κατ’ εντολή του Παύλου Μελά —να προχωρήσω για το χωριό Ναζερέτο, στα σύνορα Αλβανίας – Σερβίας. Εκεί χτυπηθήκαμε με τούς Κομιτατζήδες υπό την αρχηγία του Τσακάλωφ και Μητροβλάχου. Ήταν διπλάσιοι από μας αλλά τη νύχτα με γιορούσι τούς συντρίψαμε. Σ αυτή τη μάχη χάσαμε τον εύελπι Κρητικό ανθυπολοχαγό Γ. Πετροπουλάκη». Απ’ εκεί φθάσαμε στο χωριό Φούφα της Πτολεμαΐδας, όπου βάλαμε Φωτιά σ’ ένα σπίτι πού γινότανε βουλγάρικος γάμος. Η έπιτυχία μας ήταν μεγάλη άφού κάψαμε —μαζί με το σπίτι— και άρκετούς κομιτατζήδες. Σ’ αυτή τη μάχη σκοτώθηκε ο αξιωματικός Φούφας, προς τιμή του όποιου αργότερα το χωριό ονομάστηκε Φούφα…».
Μετά τον Ιούλιο του 1908 —με το Σύνταγμα των Νεοτούρκων— διαλύθηκαν τα ελληνικά αντάρτικα καθώς και τα βουλγάρικα. Μετά απ’ αυτό το γεγονός ο Ζήσης Βέρρος «φόρεσε τη στολή του πολίτη» και εγκαταστάθηκε στην πόλη των Γρεβενών. Αλλά το κομιτάτο των Νεοτούρκων τον είχε πρώτο στον κατάλογο για εξόντωση, μαζί με άλλους συμπολεμιστές του.
Διέφυγε αρκετές φορές τη δολοφονική απόπειρα μετά από συνεχή «καρτέρια» εναντίον του. Μ’ αυτόν τον τρόπο —εκείνο τον καιρό— οι Τούρκοι δολοφόνησαν τον οπλαρχηγό Περδίκη και τον Κώστα Κούνδουρο.
Στην περίοδο της φασιστικής κατοχής 1940—44 «ρουμανίζοντες» και γερμανόφιλοι, για να εκδικηθούν την πατριωτική και εθνική δράση του Ζήση Βέρρου ζήτησαν απ’ τους Γερμανούς να εκτελεστεί…
«… Συνελήφθηκα, είπε ο ίδιος στην συνέντευξη ου„ έμεινα δύο χρόνια στη φυλακή της Κοζάνης και ως εκ θαύματος διέφυγα την εκτέλεση…».
Για την αναγνώριση της πατριωτικής ταυ δράσης το Κράτος τον τίμησε μ’ ένα δίπλωμα και ένα έμβλημα μετάλλινο του Μακεδονικού Αγώνα. Καθώς και ένα δίπλωμα της «Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Οπλαρχηγών», το όποιο αναφέρει :
«… Με συνεδρίαση της 6ης και 8ης Μαΐου του 1940 παμψηφεί, χρήζει πρόεδρο τμήματος Γρεβενών, τον Ζήση Βέρρο, για τας μεγάλας προς το Έθνος πατριωτικάς υπηρεσίας ως και το πατριωτικόν ενδιαψέρον υπέρ εκείνων, οι όποιοι εν κρίσιμους της πατρίδας περιστάσεων ηγωνίσθησαν υπέρ των μεγαλείων της δόξης της».
Ο Ζήσης Βέρρος, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, εξέφρασε την πικρία του πώς η Πολιτεία δεν εκπλήρωσε το χρέος της απέναντι σ’ έναν αγωνιστή, απέναντι σ’ έναν Μακεδονομάχο πού —αρκετές φορές— πότισε το μακεδονικό χώμα με το αίμα του.
«… Με έχουν μόνο για παρελάσεις και να καταθέτω στεφάνια στον Άγνωστο Στρατιώτη σε κάθε εθνική γιορτή ! Τίποτε άλλο.»
Με τη φράση του αυτή ο αιωνόβιος Μακεδονομάχος «έβαλε το μαχαίρι στο κόκκαλο»! Το είπε ξεκάθαρα. Η Πολιτεία περιφρόνησε και εγκατέλειψε στο περιθώριο έναν αγωνιστή και στο πρόσωπό του δεν σεβάστηκε τις μνήμες εκατοντάδων άλλων νεκρών.
Δεν του δώσανε σύνταξη.
Το ‘χε παράπονο πού το Κράτος δεν έκανε την καλή χειρονομία. Να του δώσει μια μικρή σύνταξη. «Όχι, είπε στην συνέντευξη του, για να ζήσω καλύτερα, αλλά να πάρω ψυχικό θάρρος και να πω την ποιητική στροφή του Κωστή Παλαμά:
«Ανάξιος είναι όποιος διστάζει. όποιος ακούει το προσκλητήριο των καιρών, τ’ ακούει και δεν λέει: Παρών».
Αντίθετα με την αντιμετώπιση του από το κράτος, η Κοινότητα της Αβδέλλας διοργάνωνε κάθε χρόνο γιορτή για τα γενέθλια του Ζήση Βέρρου. ‘Έτσι κάθε 16 Αύγουστου, ο πρόεδρος της Κοινότητας πρωί – πρωί θα επισκεφτόταν στο σπίτι του τον Ζήση Βέρρο και θα του προσέφερε γαρύφαλλα, δείγμα αγνότητας και πατριωτισμού αλλά και ταυτόχρονα θα κήρυττε την έναρξη της γιορτής των γενεθλίων «του Μακεδονομάχου Ζήση Βέρρου».

Ο Αιμιλιανός Γρεβενών  έγινε το ιερό σφάγιο σε μια εποχή (1911, παραμονές του Α’ Βαλκανικού Πολέμου) νεοτουρκικού φανατισμού, βουλγαρικής έξαρσης και ρουμανικής προπαγάνδας. Ενώ οι Ντονμέδες Νεότουρκοι το 1908 είχαν διακηρύξει ελευθερία και ισοπολιτεία και έδωσαν γενική αμνηστία  στους Μακεδονομάχους που βρίσκονταν στις φυλακές του Μοναστηρίου, στη συνέχεια ο ακραίος εθνικισμός έγινε το σήμα κατατεθέν τους. Είναι γνωστή η εξέλιξη του κινήματος και ο ρόλος του εβραιοντονμέ  Μουσταφά Κεμάλ, ηγετικού μέλους των Νεότουρκων.


Αιμιλιανός Γρεβενών

     Ο Μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός Λαζαρίδης γεννήθηκε το 1877 στα Ελληνικά  Πέρματα, κωμόπολη της επαρχίας Ικονίουτης  Λυκαονίας  (αρχαίας  Φρυγίας)  της  Ελληνικής  Ασιατικής  
Χερσονήσου  (Ε.Α.Χ.).
Μετά την αποφοίτηση του από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας της εκκλησίας Σταυροδρομίου και στη συνέχεια διορίστηκε βοηθός επίσκοπος του Μητροπολίτη Πελαγoνίας Ιωακείμ Φοροπούλου, υπό τον τίτλο του επισκόπου Πέτρας. Tον Μάρτιο του 1910 εξελέγη Μητροπολίτης Γρεβενών.
Αποτέλεσε στυλοβάτη του Μακεδονικού Ελληνισμού προασπίζοντας την ταυτότητα των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής των Γρεβενών. Για τον λόγο αυτό τέθηκε στο στόχαστρο των Τούρκων  και  των  Βουλγάρων. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1911, κατά τη μετάβασή του στην εκκλησία του χωριού Γκριντάδες όπου θα λειτουργούσε, δολοφονήθηκε μαζί με το διάκονο και τον συνοδό-αγωγιάτη του, από τους κομιτατζήδες. Καθώς η δολοφονία έγινε σε δάσος και εν κρυπτώ, ο Αιμιλιανός και η συνοδεία του θεωρούνταν ως «εξαφανισμένοι» από τους κατοίκους. Αγωνία για την τύχη του μητροπολίτη Αιμιλιανού, στις 3 Οκτωβρίου του1911, εξέφρασε δημοσίως η δημογεροντία Γρεβενών, και μια μέρα αργότερα ανακοινώνει ότι ανακάλυψε προσωπικά του αντικείμενα. Μετά από έρευνες των κατοίκων βρέθηκε το σώμα του Αιμιλιανού σε γειτονικό δάσος στις 6 Οκτωβρίου 1911 μαζί με αυτά των δυο συνοδοιπόρων του. Κηδεύτηκε την Κυριακή 8 Οκτωβρίου 1911 στα Γρεβενά.
 Ο ποιητής Γεώργιος Σουρής αποτυπώνει το πνεύμα της εποχής αφιερώνοντας ποίημά του στον μαρτυρικό ιεράρχη.
 Επιστολές και συλλυπητήρια τηλεγραφήματα μέσα από τα αρχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποκαλύπτουν τη θλίψη του λαού και του κλήρου της εποχής για τον μαρτυρικό θάνατο του μητροπολίτη Αιμιλιανού. Οι επιστολές αυτές δόθηκαν για πρώτη φορά στη δημοσιότητα και αναγνώσθηκαν από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο κατά την επίσκεψή του στα Γρεβενά το2011.
Οι κάτοικοι των Γρεβενών τον τιμούν ως εθνομάρτυρα. Το χωριό Γκριντάδες μετονομάστηκε σε Αιμιλιανός και το Σχίνοβο σεΔεσπότης καθώς στο δάσος μεταξύ αυτών μαρτύρησε. Στο ακριβές σημείο όπου δολοφονήθηκε κατασκευάστηκε Παρεκκλήσιο και κενοτάφιο. Προς τιμήν του, οδοί που φέρουν το όνομά του, βρίσκονται στη Νέα Σμύρνη, τη Νέα Ιωνία, τη Θεσσαλονίκη,τηΣταυρούπολη και την Καλαμαριά. Προτομές του υπάρχουν στα Γρεβενά - στην κεντρική πλατεία Αιμιλιανού- και τη Θεσσαλονίκη και ανδριάντας του αναγέρθηκε στο Επισκοπείο Γρεβενών.






 1911 - Η κηδεία του μητροπολίτη Αιμιλιανού από τα Γρεβενά.  Όποιος αμφιβάλει  για  τα  
πατριωτικό  ελληνικό  φρόνημα των  αδελφών  Μανάκη, δεν  έχει  παρά  να  παρακολουθήσει  
την  ταινία  των  αδελφών  για  την  κηδεία  του μητροπολίτη Αιμιλιανού στα Γρεβενά.  Η ίδια η  ταινία,  το  θέμα  της, το στήσιμο  του  ντοκυμαντέρ  και ο τρόπος που γίνεται η εστίαση  του φακού στα πρόσωπα, δείχνει  άτομα  με  θερμό  ελληνικό  πατριωτικό  φρόνημα.

 Καρτ ποστάλ των Μανάκια (1908).

Ο Έλληνας οπλαρχηγός Βολάνης, με δράση στο μακεδονικό αγώνα στην περιοχή Μοναστηρίου. Στο αντάρτικο σώμα του Βολάνη βρέθηκε νεαρός και ο Γεώργιος Μόδης από το Μοναστήρι.Αργότερα έγινε γνωστός με τις «Μακεδόνικες Ιστορίες». Σε πάνω από 20 τόμους κατέγραψε όσα προηγήθηκαν, τη διάρκεια και τα μετά του Μακεδονικού έπους. Πέρα από τις λογοτεχνικές αρετές αυτών των σελίδων, θεωρείται και είναι ο μοναδικός χρονογράφος αυτής της αιματηρής περιόδου.


Γεώργιος Μόδης

Ο Γεώργιος Μόδης (14 Μαΐου 1887 – 18 Ιουνίου 1975) ήταν πολιτικός και ένας από τους κυριότερους συγγραφείς του Μακεδονικού αγώνα, στον οποίο έλαβε μέρος μόλις αποφοίτησε το 1906 από το Γυμνάσιο του Μοναστηριού Πελαγονίας, ως μέλος του ανταρτικού σώματος του Γ.Βολάνη.



14 Μακεδονομάχοι σε προχωρημένη ηλικία, όπου διακρίνεται και ο Γεώργιος Μόδης (πρώτος από δεξιά στην επάνω σειρά)
Ο Γεώργιος Μόδης γεννήθηκε το 1887 στο Μοναστήρι Πελαγονίας από  Βλαχόφωνη οικογένεια. Τελείωσε το γυμνάσιο Μοναστηρίου και στη συνέχεια κατατάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Κρητικού Γ. Βολάνη που δρούσε στο Μορίχοβο. Συμμετείχε σε πολλές συμπλοκές μεΒούλγαρους κομητατζήδες και Οθωμανικά στρατεύματα και τραυματίστηκε σε μάχη με Οθωμανικό στρατό στη Μπέσιστα του Μοριχόβου. Μετά τον τραυματισμό του εγκατέλειψε την ένοπλο δράση και η Εσωτερική Οργάνωση Μοναστηρίου τον διόρισε γραμματέα στη ΜητρόποληΜογλενών και Φλωρίνης, στη Φλώρινα, το 1909, όπου υπηρέτησε για μικρό διάστημα. Στη συνέχεια επέστρεψε στο Μοναστήρι και δημοσιογράφησε στην εφημερίδα Φως που εξέδιδε η Πολιτική Λέσχη Μοναστηρίου.



Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1904 ο Θεόδωρος Μόδης, κορυφαίος παράγων του Ελληνισμού στο Μοναστήρι, ένθερμος Έλληνας Πατριώτης, δολοφονείται σε ενέδρα που του είχαν στήσει Βούλγαροι κομιτατζήδες μέσα στην πόλη. Για την πατριωτική του δράση ο Θεόδωρος Μόδης,θείος του συγγραφέα και Μακεδονομάχου Γεωργίου Χ. Μόδη και πατέρας του Γεωργίου Θ. Μόδη, δικηγόρου και λογίου της Φλώρινας, μπαίνει στο στόχαστρο των Βουλγάρων και περνάει στην αθανασία ένα μήνα πριν την προδοσία και τον πρόωρο χαμό του πρωτομακεδονομάχουΠαύλου Μελά.
Την κηδεία του Θεόδωρου Μόδη στο Μοναστήρι παρακολούθησαν χιλιάδες Έλληνες (φωτο) που ακολούθησαν τη σωρό του στην τελευταία της κατοικία, μετατρέποντας την σε ένα αυθόρμητο εθνικό συλλαλητήριο...
Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εμπορικές επιστήμες στην Ακαδημία Όθωνος Ρουσόπουλου. Εκλέχτηκε επί σειρά ετών, βουλευτής Φλώρινας και διατέλεσε Νομάρχης Φλώρινας. Την περίοδο 1932 – 1933 ανέλαβε Γενικός Διοικητής Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια τηςΓερμανικής κατοχής, συνελήφθη από τους Γερμανούς και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο "Παύλου Μελά" στη Θεσσαλονίκη. Μετά την απόλυσή του από τις φυλακές, φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή. Τον Οκτώβριο του 1944 επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, Γενικός Διοικητής Μακεδονίας. Το 1950 ανέλαβε Υπουργός Εσωτερικών και το 1951 υπουργός Παιδείας. Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο με κυριότερα έργα τα: "Μακεδονικές Ιστορίες" και "Αγώνες στη Μακεδονία" του οποίου τη συγγραφή δεν πρόλαβε να τελειώσει, καθώς πέθανε στις 18 Ιουνίου του 1975. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, και οργάνωσε πολλές επιτροπέςΜακεδονομάχων με σκοπό την ανέγερση ανδριάντων των Μακεδονομάχων. Διατέλεσε πρόεδρος της επιτροπής για την ανέγερση αγαλμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου και του Αριστοτέλη. Το 2011, με δαπάνες του Συλλόγου Μοναστηριωτών Φλωρίνης και Πέριξ "Η ΕΛΠΙΣ", ανεγέρθηκε προτομή του στην κεντρική πλατεία της Φλώρινας, που φέρει το όνομά του (πλατεία Γεωργίου Μόδη) 

Ο  Γεώργιος Μόδης και η Μακεδονία


 Από το βιβλίο του Γ. Μόδη “Ο Μακεδονικός αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία”. Θεσσαλονίκη 1967.
Σχετικά με τη δημιουργία της ‘μακεδονικής εθνότητας’ στα Βαλκάνια αναφέρει στο βιβλίο του τα εξής κατατοπιστικά:
« Η χωριστή ‘Μακεδονία’, εθνότητα που κατασκευάστηκε μόλις το 1944 στα Σκόπια, είναι ένα απ’ τα θαύματα του κόσμου.
Από τότε καλλιεργήθηκε και η χωριστή ‘μακεδονική’ γλώσσα που έγινε για τους βεβήλους …αγνώριστη. Αναγνωρίστηκε ωστόσο και από μερικούς ξένους επίσημους σλαβολόγους σαν μια καινούργια σλαβική γλώσσα, που είναι πάντοτε πρωτοξάδελφη της βουλγαρικής.
Διενεργήθηκαν (επί Οθωμανών) δύο βουλευτικές εκλογές το 1909 και το 1911. Και στις δύο βγήκαν στη σημερινή ελληνική Μακεδονία 5 Έλληνες βουλευτές και ένας έκτος στο Μοναστήρι, που αποτελεί σήμερα τμήμα της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας του Βαρδαρίου», ο Τραϊανός Νάλης και δύο βούλγαροι με έναν τρίτο στο Μοναστήρι, τον Πάντσε-Ντόρεφ. Κανένας «Μακεντόν» του τύπου των Σκοπίων δεν παρακάθησε στην οθωμανική Βουλή, ούτε καν υπήρξε υποψήφιος! Είχαν εκλεγεί, είναι αλήθεια, και τις δύο φορές βουλευτής ο περιβόητος Ντιμίτρι Βλάχωφ, πατριάρχης του «Μακεδονισμού» και της «Μακεδονίας του Βαρδαρίου», μα ως …Βούλγαρος και αντιπρόσωπος Βουλγάρων!»
Σε άλλο σημείο του βιβλίου του ο Γεώργιος Μόδης θα σημειώσει με την χαρακτηριστική πένα του:
«Γεννώνται τα ερωτήματα. Πως γεννήθηκε ένας καινούργιος λαός στα μέσα του εικοστού αιώνα (1944-1945) μέσα στην Ευρώπη;  Γιατί δεν είχε δώσει καθόλου σημεία ζωής έως τότε; Κατοικούσε σε άλλον πλανήτη; Δεν είχαν εκτυλιχθεί στη Μακεδονία, ιδίως από το 1900 συνταρακτικά γεγονότα, όπως ο κομιταζηδισμός, το Ήλιντεν, οι ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις, η επέμβαση ελληνικών και σερβικών σωμάτων, η αλληλοσπαραγμός, η νεοτουρκική μεταπολίτευση, βουλευτικές εκλογές, οι βαλκανικοί πόλεμοι και ο πρώτος ευρωπαϊκός πόλεμος, χωρίς ν’ αναφέρουμε τα παλαιότερα; Που «γης» ήταν κρυμμένος ο Μακεδονικός λαός;  Είναι ποτέ δυνατό να υπνωτιστεί ένας λαός, όταν στον τόπο του και στο σπίτι του συμβαίνουν τόσο συγκλονιστικά πράγματα που αναστάτωσαν και απασχολούν αδιάκοπα την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και την ευρωπαϊκή διπλωματία;  Έγινε νεκρανάσταση;  Έγιναν δύο φορές (1895 και 1905) επίσημες τουρκικές απογραφές. Διενεργήθηκαν επίσης δύο φορές (1909 και 1911) βουλευτικές εκλογές.  Πουθενά, ποτέ ούτε σκιά «Μακεδόνα» παρουσιάστηκε. Δεν χρειάστηκε μεγάλη μαντική ικανότητα για να καταλάβει κανείς ότι κάποιο λάκκο έκρυβε η παράξενη αυτή υπόθεση.  Όλος ο καυγάς ήταν και είναι για το πάπλωμα μας, για την ελληνική Μακεδονία που την βάπτισαν στα Σκόπια «Αιγαιακή» (εγκέισκα).  Ο Ντιμίτρι Βλάχωφ, πρώην βούλγαρος βουλευτής δύο φορές στην τουρκική βουλή και εκπρόσωπος Βουλγάρων επίσης Βούλγαρος Γεν. Διοικητής, έπειτα πατριάρχης του μακεδονισμού, κραύγασε σε συλλαλητήριο στο Μοναστήρι στις 21 Σεπτεμβίου του 1946: «τι γυρεύουν οι γραικοί στη Μακεδονία; Δεν έχει κανένα δικαίωμα η Ελλάς στη Μακεδονία του Αιγαίου’. Τον Βλάχωφ συμπλήρωσε ο Φράνκ Φρολ, υπουργός της Δικαιοσύνης της κεντρικής κυβερνήσεως του Βελιγραδίου και εκπρόσωπος της κεντρικής επιτροπής του λαϊκού μετώπου της Γιουγκοσλαβίας. Δήλωσε ότι οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας θα αγωνιστούν για να ενωθεί όλη η Μακεδονική Γη και να συγχωνευτεί η Μακεδονία του Αιγαίου με την Μακεδονία του Βαρδαρίου, μέσα στα πλαίσια πάντοτε της Γιουγκοσλαβίας. Επίσης άλλοι πολλοί ανώτεροι, ο ίδιος ο Τίτο, σε συλλαλητήριο στα Σκόπια (11 Οκτωβρίου 1945) διακήρυξε ότι δεν θα ησύχαζε, αν δεν ελευθέρωνε τους ‘υποδούλους’ στην Ελλάδα ‘αδελφούς του, Μακεδόνας».  Ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Μοσέ Πιάντε, Εβραίος, και όλα τα ανώτερα στελέχη του Κ.Κ.Γ. και του γιουγκοσλαβικού κράτους επαναλαμβάνουν ακούραστα σε υψηλότερο και εντονότερο τόνο την ίδια επωδό.  Ο Δημητρώφ, πρωθυπουργός και πρόεδρος της Βουλγαρίας, απ’ την άλλη μεριά τόνιζε μέσα στη Βουλγαρική Βουλή ότι η Δυτική Θράκη με την Καβάλα ήταν αναφαίρετη ιδιοκτησία της Βουλγαρίας.  Έριξαν κλήρο ‘επί των ιματίων μας’ των ματωμένων. Πρέπει προς τιμήν τους να αναγνωριστεί ότι δεν έκρυβαν καθόλου τα σχέδιά και τις ορέξεις τους. Μάλιστα τα διαλαλούσαν.»
Γ. ΜόδηςIππότες του Σταυρού. Eκλεκτά διηγήματα, επιμ. Kώστα Kαφαντάρη, (επανέκδοση), Mουσείο του Mακεδονικού Aγώνα, 2012.

Γεώργιος Μόδης. Ο μακεδονικός αγών και η νεώτερη μακεδονική ιστορία.


Πηγές

Φώτος Λαμπρινός, Ισχύς μου η αγάπη του φακού (τα κινηματογραφικά επίκαιρα ως τεκμήρια Ιστορίας), εκδόσεις Καστανιώτη
http://www.cinemainfo.gr/kritikos/greekcinema/manakiabrothers.html 
http://eu1.1host.gr/~aspromav/wordpress/
http://www.youtube.com/watch?v=6Auh4ArnqFw
http://www.youtube.com/watch?v=1jnoC3MQqVY&feature=related
η "εμποροπανήγύρις"

ΖΗΝΩΝ  ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ




Διαβάστε επίσης:



H  ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ  ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ  ΤΩΝ  ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ  ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΤΗΣ  
ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ  ΤΟ  1873 - 1874 Α' Μέρος Β' ΜέροςΓ' Μέρος


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...